Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης (Π. Ε.)
Permanent URI for this collection
Browse by
Browsing Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης (Π. Ε.) by Advisor "Ιωαννίδης, Ανδρέας"
Results 1 - 8 of 8
Results Per Page
Sort Options
Item Restricted access Camille Claudel και Edvard Munch : η μαθητεία του έρωτα και του πόνουΤσακαλιάδης - Σωτηράκογλου, Αναστάσιος (Πτυχιακή εργασία, 2017-10)Το θέμα της παρούσας εργασίας αφορά τη διαδικασία της μετουσίωσης του εσωτερικού βιώματος της ερωτικής οδύνης σε καλλιτεχνική δημιουργία. Μέσα από μια συγκριτική προσέγγιση ανάμεσα στη ζωή και το έργο της Γαλλίδας γλύπτριας Camille Claudel (1864-1943) και του Νορβηγού ζωγράφου Edvard Munch (1863- 1944), ευελπιστώ όχι μόνο να σκιαγραφήσω ιστορικά αυτή τη διαδικασία, αλλά και να καταστήσω τα παραδείγματα αυτά χρήσιμα για μια φιλοσοφική ανάλυση των πολλών ζητημάτων που ανοίγονται μέσα από αυτή την προσπάθεια. Επομένως, η εργασία δεν αφορά μεμονωμένα τις περιπτώσεις των δύο αυτών μορφών του Fin de siècle, αλλά θα επιχειρήσω να οδηγηθώ σε μια νέα ματιά πάνω στα έργα που θα χρησιμοποιήσω, που να λειτουργεί αφενός ως προσέγγιση του πώς ο καλλιτέχνης αλλά και ο θεωρητικός βρίσκουν τα θέματα του έργου τους μέσα από τη ζωή τους. Επειδή τα ζητήματα του έρωτα και του πόνου έχουν εκ των πραγμάτων υποκειμενικό χαρακτήρα, θα ξεκινήσω με μια εκτενή εισαγωγή στις έννοιες που σκοπεύω να χρησιμοποιήσω, σε μια προσπάθεια να εξηγήσω την οπτική βάσει της οποίας θα μελετηθούν οι ζωές και τα έργα στην πορεία. Η οπτική αυτή στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε προσωπικές παρατηρήσεις και στοχασμούς, συμπληρωματικά όμως θα χρησιμοποιηθούν αποσπάσματα από σχετικά έργα ορισμένων φιλοσόφων, δραματουργών, θεωρητικών και κριτικών της τέχνης. Ιδιαίτερη σημασία θα δοθεί στις αφηγήσεις των ίδιων των καλλιτεχνών. Ξεκινώντας από μια μεταφυσική και κοινωνική προσέγγιση του προβλήματος της ερωτικής οδύνης, όπου θα στηριχτώ στον Γάλλο συγγραφέα Georges Bataille (1897-1962), τον Ιταλό φιλόσοφο και ζωγράφο Julius Evola (1898-1974), αλλά και τον Δανό φιλόσοφο Soren Kierkegaard (1813-1855), θα οδηγηθώ στην προσέγγιση του προβλήματος της εικαστικής απεικόνισης του αισθήματος αυτού. Έπειτα, θα περάσω σε μια σύντομη βιογραφία του καθενός από τους δύο καλλιτέχνες, αλλά και μια εκτενέστερη προσέγγιση των σχετικών ζητημάτων που προκύπτουν από την ερωτική τους ζωή σε συσχετισμό με μια επιλογή έργων τους, στηριζόμενος σε δικές τους μαρτυρίες αλλά και σε φιλοσοφικό σχολιασμό βασισμένο στον Γάλλο φιλόσοφο Michel Foucault (1926- 1984). Τέλος, θα επιχειρήσω να σκιαγραφήσω τη σύνδεση ανάμεσα στις ζωές και τα έργα των δύο καλλιτεχνών και να προτείνω μια καινούρια οπτική σε αυτά, μέσα από μια συγκριτική παράθεση δύο συγκεκριμένων έργων τους.Item Restricted access Αλέκος Κοντόπουλος 1904-1975 : ένας Έλληνας ζωγράφος στον 20ό αιώναΜπουραζάνης, Κωνσταντίνος Ι. (Πτυχιακή εργασία, 2018)Ο Αλέκος Κοντόπουλος γεννημένος στις αρχές του 20ου αιώνα βίωσε στο απόλυτο τις αγωνίες και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις που έφερε αυτός ο αιώνας, αλλάζοντας σημαντικά τον τρόπο ζωής και σκέψης του ανθρώπου. Από το 1900 ο άνθρωπος αρχίζει να εξετάζει το μέλλον, το παρόν και το παρελθόν όλο και πιο συστηματικά. Οι ριζικές αλλαγές που επέφερε η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, άσκησαν σημαντική επιρροή σε όλους τους τομείς της σύγχρονης ζωής. Ο δυτικός άνθρωπος επιχείρησε να διακρίνει κάποιο νόημα στην ιστορία, προσπαθώντας να δώσει συνέχεια στις μεταβολές τις οποίες συντελούνταν, με έναν ιδιαίτερο ρυθμό, εδώ και περίπου 1500 χρόνια. Εργαλεία του σ’ αυτή την προσπάθεια στάθηκαν η φιλοσοφία και η τέχνη. Με τη μετάβαση του δυτικού κόσμου στην εποχή της νεωτερικότητας, ο ρόλος της τέχνης στην κοινωνία αλλάζει σημαντικά, όπως και η σχέση της με την ίδια την πραγματικότητα. Όπως αναφέρει ο Gombrich: «Στην πραγματικότητα η τέχνη δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο οι καλλιτέχνες.» Ο ευρωπαίος καλλιτέχνης με το πέρασμα στον 20ο αιώνα αισθάνεται έντονα τη διαμάχη ανάμεσα στην πρόοδο και στη διάλυση, την οποία φέρνει ο παγκόσμιος καπιταλισμός. Η αντίδραση των καλλιτεχνών διακρίνεται από τον πειραματισμό πάνω στις δυνατότητες της τέχνης και την προβολή της ως φορέα κοινωνικής κριτικής και αλλαγής της σύγχρονης ιστορίας. Έτσι ο καλλιτέχνης παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα ορισμένων ιστορικών δεδομένων.Item Restricted access Η παραμόρφωση στον γερμανικό εξπρεσιονισμόΜαυρουδή, Μαριάνθη (Πτυχιακή εργασία, 2018)Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια παρουσίασης της παραμόρφωσης του κόσμου, φυσικού και ανθρώπινου, στον γερμανικό εξπρεσιονισμό, μέσα από σχετικά παραδείγματα της ζωγραφικής, της χαρακτικής και του κινηματογράφου. Ταυτόχρονα πρόκειται για μια προσέγγιση της σημασίας αυτής της παραμόρφωσης σε ιδεολογικό επίπεδο, αλλά και το ψυχολογικό υπόβαθρο που διαμόρφωσε το κατάλληλο έδαφος για τις αντιλήψεις αυτές. Τέλος μέσα από μια σύντομη αναφορά στην αντιμετώπιση του εξπρεσιονισμού από τους φιλόσοφους György Lukács και Ernst Bloch, μπορεί να γίνει περισσότερο κατανοητή η ιδεολογική και υπαρξιακή ανατροπή που υφέρπουν στην εξπρεσιονιστική διάθεση.Item Open Access Η πρόσληψη του Ευρωπαϊκού Συμβολισμού στην Ελλάδα (τέλη 19ου – αρχές 20ου) : Θεωρία και εικαστική πράξηΒασιλόπουλος, Αλέξανδρος - Βασίλειος Σ. (Πτυχιακή εργασία, 2022)Ο βασικός στόχος της παρούσας εργασίας είναι η εμβάθυνση στη δημιουργία και διαμόρφωση του κινήματος του Ελληνικού Συμβολισμού, στη Λογοτεχνία και τη Ζωγραφική, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και τα μέσα του 20ου αιώνα καθώς και ο τρόπος με τον οποίο αφομοιώθηκε η ευρωπαϊκή βάση του Συμβολισμού σύμφωνα με την ελληνική ψυχή. Τελικός στόχος μου είναι να αναδείξω τη διαφορά ανάμεσα στην ελληνική ψυχή και την ευρωπαϊκή ψυχή και τις εκφάνσεις αυτών των διαφορών όπως παρουσιάζονται στην προσπάθεια των Ελλήνων καλλιτεχνών να αφομοιώσουν την ευρωπαϊκή γέννηση του Συμβολισμού. Στο πρώτο μέρος της εργασίας επικεντρώνομαι στο πεδίο της Λογοτεχνίας. Οι Έλληνες λογοτέχνες, τόσο μέσω των μεταφράσεών τους, των τεχνοκριτικών τους και των εκδόσεων περιοδικών όσο και των ευρωπαϊκών προτύπων που επιχειρούσαν να χρησιμοποιήσουν στα έργα τους, αποτέλεσαν την κύρια δίοδο για την εισαγωγή του Ευρωπαϊκού Συμβολισμού στην Ελλάδα. Στο δεύτερο μέρος, επικεντρώνομαι στη Ζωγραφική. Ο βασικός κορμός του αυτού του μέρους είναι χωρισμένος σε ένα τρίπτυχο. Πρώτα θα ασχοληθώ με την εικαστική μορφοποίηση των μεταφυσικών ανησυχιών του Νικόλαου Γύζη, ύστερα με τον εθνικό χαρακτήρα που προσδίδει στα πρόσωπα και στα τοπία ο Κωνσταντίνο Παρθένης και, τέλος, με την εσωτερική κίνηση των τοπίων του Κωνσταντίνου Μαλέα και του Μιχάλη Οικονόμου. Η Ζωγραφική αποτέλεσε το πεδίο της Τέχνης όπου ήταν περισσότερο δυνατό να μετουσιωθούν οι αρχές του Συμβολισμού σε αυτόνομη καλλιτεχνική δημιουργία. Για τους Έλληνες Ζωγράφους ήταν πολύ πιο εύκολο να απαγκιστρωθούν από τη μίμηση των Ευρωπαϊκών προτύπων καθώς τους περιέβαλε ο ήδη υπάρχων εσωτερικευμένος συμβολισμός του Ελληνικού Τοπίου.Item Restricted access Η υδατογραφία στην Επτανησιακή Σχολή ΤέχνηςΠαπαλεξάνδρου, Πέτρος (Πτυχιακή εργασία, 2018)Η Επτανησιακή τέχνη και πιο συγκεκριμένα η Υδατογραφία στην επτανησιακή τέχνη, που είναι και το θέμα της εργασίας μας, είναι ένα ζήτημα ελάχιστα διερευνημένο και αυτός ήταν ένας λόγος που το επέλεξα ως θαματική της πτυχιακής μου εργασίας. Επιπλέον θεορώ την εποχή εκείνη της νεοελληνικής τέχνης, δηλαδή εκείνη από τα τέλη του 18ου ως τα τέλη του 19ου αι αρκετά γοητευτική, το ίδιο και την υδατογραφία ως μέσο και ως είδος ζωγραφικής, επομένως θεώρησα πολύ ενδιαφέρουσα τη διερεύνηση της Επτανησιακής Υδατογραφίας. Επιπλέον, ασχολούμενος με την Επτανησιακή Υδατογραφία, αναζητήσα πληροφορείες, και για άλλες σχολές υδατογραφίας, ούτως όστε να ανακαλήψω τις επιρροές της Επτανησιακής σχολης. Συγκεκριμενοποιώντας διερευνύσα λίγο την Αγγλική σχολή υδατογραφίας, αλλά και την Ιταλική, οι οποίες όπως θα δούμε στα παρακάτω κεφάλαια της εργασίας, επηρέασαν την Επτανησιακή Υδατογραφία. Ακόμα στο 1ο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται μια αναδρομή στην ιστορία της υδατογραφίας εν γένει, ως υλικό και ως είδος ζωγραφικής. Στο 3ο κεφάλαιο της εργασίας τώρα, γίνεται αναφορά στις υδατογραφίες, ακουατίνες και χαρακτηκά των περιηγητών, από τον 15ο αι ως τον 19ο , στο βαθμό που επηρέασαν την Επτανησιακή Υδατογραφία ή ακόμα και επηρεάστηκαν από αυτήν. Συγκεκριμένα αυτό γίνεται μέσα από την αναφορά στο περιηγητικό έργο, των Εdward Dodwell, Joseph Cartwright και William Williams. Στo 4o κεφάλαιo της εργασίας γίνεται μια αναφορά στους γεννίτορες της Επτανησιακής τέχνης και την μορφή που είχε η τέχνη τους, για παράδειγμα από πού επηρεάστηκαν (Eνετοκρητική σχολή) και πως εξέληξαν την Επτανησιακή τέχνη, για να φτάσουμε τέλος στον 19ο αιώνα στο τελευταίο κεφάλαιο, όπου γίνεται αναφορά στους κλασικούς Επτανήσιους της Υδατογραφίας. Συγκεκριμέμα, στο κύριο κεφάλαιο της εργασίας, συγκεντρώνονται κάποια στοιχία για το έργο αλλά και την βιογραφία για καθέναν από τους βασικούς Υδατογράφους των Ιονίων, ούτως όστε να γίνει κατανοητή η φύση,η θεματολογία και οι επιρροές της Επτανησιακής υδατογραφίας εν γένει.Item Restricted access Κόκκινα φώτα και πράσινες στέγες, οι συνοικίες της ηδονής : ένας διάλογος του Toulouse-Lautrec με τους ζωγράφους του ukiyo-eΜετοικίδου, Μαρία (Πτυχιακή εργασία, 2018)Η παρούσα πτυχιακή εργασία έχει σκοπό να φέρει στην επιφάνεια κάποιες από τις γέφυρες που ένωσαν την τέχνη της Γαλλίας με εκείνη της Ιαπωνίας, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και κυρίως κατά τη διάρκεια του fin de siècle. Μία από τις μορφές που σημάδεψε αυτή την εποχή ήταν αναμφισβήτητα ο Henri de Toulouse-Lautrec, ένας καλλιτέχνης που θαύμασε ιδιαιτέρως τα έργα των Ιαπώνων ζωγράφων του ukiyo-e, τα κατανόησε σε επίπεδο πολύ βαθύτερο απ’ ό,τι οι περισσότεροι σύγχρονοι του και θέλησε να πειραματιστεί με όσα έμαθε από εκείνα. Σε αυτό το πλαίσιο παρουσιάζεται το ζήτημα της πορνείας, ένα ζήτημα που συντρόφευσε τη ζωή του Lautrec και χαρακτήρισε την καθημερινότητα των Ιαπώνων ζωγράφων του 18ου αιώνα. Έτσι, εξερευνάται η κοινωνική διάσταση της πορνείας, η σχέση που οι καλλιτέχνες ανέπτυξαν μαζί της, αλλά και οι διάφορες εκδοχές και προεκτάσεις της. Κεντρικό ενδιαφέρον αποτελεί ακόμη ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο αποτυπώθηκαν οι εκδιδόμενες γυναίκες στους κόσμους της Δύσης και της Ανατολής, δύο κόσμους που απείχαν μεταξύ τους χρονικά, αλλά και πολιτισμικά. Συνοδοιπόρος σε αυτή τη διαδρομή είναι συχνά η λογοτεχνία και η ποίηση, γαλλική και ιαπωνική, που με λυρικό τρόπο στέκεται δίπλα στη ζωγραφική και επιβεβαιώνει την πραγματικότητα της ίδιας της ζωής. Όταν ξεκίνησα να γράφω την εργασία, είχα εστιάσει την οπτική μου στις θεματικές συγκρίσεις που μπορούσαν να προκύψουν ανάμεσα στους δύο πόλους. Στην πορεία όμως, καθώς ήρθα πιο κοντά με το έργο του Lautrec, κατάλαβα πως το νόημα κρύβεται πίσω από το προφανές, πίσω από εκείνο που έως τότε αναζητούσα. Η ουσία της ζωγραφικής του βρίσκεται στην πραγματική του αγάπη για τα ιαπωνικά χαρακτικά και στην αληθινή επιθυμία του να τα κατανοήσει. Φαίνεται πως οδηγούμενος από αυτό το πνεύμα, υιοθέτησε τα μέσα και την τεχνική του ιάπωνα ζωγράφου, όχι όμως άκριτα, αλλά με τρόπο που εξακολουθούσε να αναδύει την ιδιαιτερότητα και την ιδιομορφία της φύσης του. Ο Lautrec υπήρξε μια ιδιάζουσα περίπτωση, όχι μόνο ως άνθρωπος, αλλά και ως ζωγράφος, καθώς απαλλαγμένος από κάθε προκατάληψη απέναντι στην τέχνη, την οδήγησε σε νέα μονοπάτια, χαράσσοντας το προσωπικό του ίχνος. Όπως οι Ιάπωνες ζωγράφοι στο Edo του 18ου αιώνα, έτσι κι εκείνος θέλησε να μεταφέρει στην τέχνη τους παλμούς του κόσμου που τον περιέβαλε, του κόσμου του Παρισιού, των καμπαρέ και των οίκων ανοχής. Αυτό και έκανε. Για να προβάλλει τη δική του συγκίνηση και συμπόνια απέναντι στις εκδιδόμενες γυναίκες ή μήπως τη ρεαλιστική πλευρά της ίδιας τους της ζωής; Μάλλον και τα δύο.Item Restricted access Ονειρογραφίες : η ζωγραφική του Μιχάλη ΟικονόμουΣπυρόπουλος, Κωνσταντίνος Θ. (Πτυχιακή εργασία, 2020)Η παρούσα πτυχιακή εργασία, έχει ως σκοπό να παρουσιάσει το έργο του Έλληνα ζωγράφου Μιχάλη Οικονόµου (1884-1933), καθώς και τον τρόπο µε τον οποίον εξελίχθηκε στη διάρκεια της ζωής του. Στην πραγµατικότητα, όµως, η πρόθεση αυτής της µικρής µελέτης, είναι να κάνει τον αναγνώστη να βιώσει το µεγαλείο και τη συγκίνηση των συνθέσεών του. Κίνητρο για να ασχοληθώ µε αυτό το θέµα, αποτέλεσε πρωταρχικά η επιθυµία µου να µελετήσω τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καλλιτεχνικής παραγωγής του Μιχάλη Οικονόµου, και κατ’ επέκταση τη συγκεκριµένη εικαστική έκφραση. Οµολογώ ότι θεώρησα περίεργο το γεγονός, ότι παρά τη διεθνή αναγνώριση τού ζωγράφου εκείνη την εποχή, στις µέρες µας το όνοµά του παραµένει σε σχετική αφάνεια, δίχως να γίνονται συχνές αναφορές στο πλούσιο έργο του. Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο, ότι υπάρχει ουσιαστική έλλειψη βιβλιογραφικών και ιστορικών τεκµηρίων σχετικά µε τον ίδιο. Λαµβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω, θεώρησα ως καλή ευκαιρία αυτήν την πτυχιακή εργασία, ώστε να προσεγγίσω το έργο τού καλλιτέχνη που αγαπώ ιδιαίτερα. Αναζητώντας τον τίτλο της µελέτης µου, επέλεξα να χρησιµοποιήσω τον νεολογισµό ονειρογραφία. Ψάχνοντας την παρουσία αυτής της λέξης σε βιβλία, –έπειτα από αρκετή έρευνα– παρατήρησα µε έκπληξη, ότι η σκέψη µου έτυχε να συναντηθεί µε εκείνη του καθηγητού ιταλικής λογοτεχνίας, κ. Γεράσιµου Ζώρα, ο οποίος στο επιστηµονικό του άρθρο «Ονειρογραφία: τρεις κόσµοι υποκειµενικοί», φαίνεται πως είχε χρησιµοποιήσει ήδη, ακριβώς τον ίδιο νεολογισµό. ∆ιαβάζοντας, λοιπόν, την εξαιρετική έρευνα του κ. Ζώρα, αποφάσισα να διατηρήσω στον τίτλο τής εργασίας µου τη συγκεκριµένη λέξη, διότι θεωρώ ότι περιγράφει σε µεγάλο βαθµό την εικαστική έκφραση των τοπίων του Οικονόµου. Μάλιστα, η επεξήγηση που δίνει ο κ. Ζώρας σχετικά µε τον τίτλο τού άρθρου του και τον νεολογισµό που χρησιµοποιεί, πιστεύω ότι δικαιολογεί πλήρως την επιλογή µου. Ο Ζώρας γράφει: «Με αυτόν θέλω να τονίσω τους συγγενικούς δεσµούς ανάµεσα στους δύο υποκειµενικότερους κόσµους, του ονείρου και της τέχνης, που έχουν πολλές και βασικές οµοιότητες µεταξύ τους και φαίνεται ότι λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, σε µία αέναη αλληλοδιαπλοκή, µε εναλλασσόµενη παροχέτευση δανείων και αντιδανείων».Item Restricted access Το δεύτερο δέρμα : η ιστορική εξέλιξη του κιμονό και η επίδρασή του στη ΔύσηΙωάννου, Δανάη (Πτυχιακή εργασία, 2018)Το κιµονό, µε τις ρίζες του στα βάθη του σινοϊαπωνικού πολιτισµού, υφαίνει µια µακρόχρονη και περίπλοκη ιστορία. Αναζητώντας την καταγωγή του και ανακαλύπτοντας τα στάδια εξέλιξης του, ανακύπτουν ενδιαφέροντα ζητήµατα σχετικά µε την µεταµόρφωση του σε πολύτιµο αντικείµενο και φορέα πολλαπλών νοηµάτων, εθνικό ένδυµα των Ιαπώνων αλλά και φόρεµα µε παγκόσµια επιρροή. Η παρούσα εργασία στοχεύει να αναδείξει τον κοινωνικό ρόλο και τις συµβολικές διαστάσεις του κιµονό µέσα από τον συσχετισµό του µε την ζωή και τις αισθητικές επιλογές των Ιαπώνων. Επιπλέον, εξετάζεται συνοπτικά η σύνδεση του µε την ευρωπαϊκή ζωγραφική του 19ου αι. και η επίδραση του στην θεµατολογία και την γραφή των ζωγράφων αυτής της περιόδου. Παρουσιάζεται, ακόµη, η σχέση του κιµονό µε την διαµόρφωση της ευρωπαϊκής µόδας από τον 19ο έως και τον 20ο αι. και η επιρροή που άσκησε στην Υψηλή Ραπτική. Αναλύεται ιδιαίτερα η απελευθερωτική δράση των Ιαπώνων σχεδιαστών µόδας στα τέλη του 20ου αι. Βασικός άξονας της έρευνας είναι αφενός η συνάρτηση σώµατος και ενδύµατος και αφετέρου η σύγχρονη ιαπωνική τέχνη που σχετίζεται µε το βίωµα και την ιαπωνική ερµηνεία της σχέσης ενδύµατος σώµατος. Το κιµονό, εν τέλει στον 21ο αι., αναδεικνύεται ως ιστορικό ένδυµα αλλά και ως έργο τέχνης.