Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης
Permanent URI for this community
Browse by
Browsing Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης by Advisor "Διάλλα, Αντωνία (Άντα)"
Results 1 - 4 of 4
Results Per Page
Sort Options
Item Open Access Ο ζωγραφικός πίνακας Η μάχη των Φαρσάλων του Γ. Ν. Ροϊλού ως τεκμήριο ιστορίαςΚαραδήμας, Ιωάννης, 1979- (Μεταπτυχιακή εργασία, 2019)Αντικείμενο διερεύνησης της παρούσης εργασίας είναι η δυνατότητα των ζωγραφικών πινάκων να χρησιμεύσουν ως μέσα τεκμηρίωσης της Ιστορίας. Η ανάθεσητεκμηριωτικού ρόλου στα έργα τέχνης δεν είναι διόλου συνήθης. Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό είναι ουκ ολίγοι. Οι προβληματισμοί, όταν ανατίθεται ρόλος τεκμηριωτικός σε ένα έργο, είναι ακόμη περισσότεροι. Θα αναφερθούμε εκτενώς στους λόγους και τους προβληματισμούς στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας. Παρόλα αυτά, τα έργα τέχνης παραμένουν υλικά αντικείμενα, τα οποία έχουν “γεννηθεί” μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο τόπο και χρόνο, μέσα σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Συνεπώς, εάν τα απορρίπτουμε ως τεκμήρια, εάν δεν τα αξιοποιούμε για τους σκοπούςτης επιστήμης της Ιστορίας, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι σφάλλουμε. Στην πραγματικότητα δεν είμαστε πάντοτε σε θέση να αξιοποιήσουμε για ιστορικούς σκοπούς τη δυναμική που διαθέτουν οι ζωγραφικοί πίνακες. Με άλλα λόγια, δεν είμαστε πάντοτε προετοιμασμένοι να αντλήσουμε από τα ζωγραφικά έργα την ιδιαίτερη μαρτυρία που έχουν συγκρατήσει για το χθες. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να έχει προηγηθεί από μέρους της έρευνας μια εξίσου ιδιαίτερη προεργασία, η οποία θα αποσκοπεί στην κατάρτιση των κατάλληλων ερωτημάτων, ούτως ώστε τα έργα να αρχίσουν να εκδιπλώνουν τη μαρτυρία τους για το παρελθόν. Η προαναφερθείσα συλλογιστική, κατηύθυνε τον κεντρικό προβληματισμό της εργασίας σε ερωτήματαόπως, πού βρίσκεται η ιστορία ενός ζωγραφικού πίνακα, ποια είναι τα επίπεδα στα οποία μαρτυρά το ζωγραφικό έργο τις ιστορίες που ενσωματώνει με τον καιρό, πώςμετατρέπεται ένας ζωγραφικός πίνακας σε ιστορικό αφηγητή.Item Open Access Ο κινηματογράφος ως μετά - ζωγραφικό θέαμα: Η επιρροή της εικαστικής αφήγησης στην αφήγηση στον κινηματογράφοΚαραγκιοζίδου, Ειρήνη Φ. (Μεταπτυχιακή εργασία, 2021)Διαχρονικά θεωρείται δεδομένο ότι οι εικόνες του κινηματογράφου - πρέπει να - αποτελούν «εικονογραφική» πλαισίωση της κινηματογραφικής αφήγησης. Ωστόσο έχει τεθεί πολλές φορές μέχρι τώρα η αμφισβήτηση αυτής της θέσης στα πλαίσια της υποβίβασης της σημασίας της κινηματογραφικής εικόνας έναντι του αφηγηματικού της λόγου. Η υπεροχή αυτή της αφήγησης- λόγου έναντι της αφήγησης- εικόνας, οδηγεί την παρούσα μελέτη να αναζητήσει στο πρωτο-κινηματογραφικό θέαμα, τη ζωγραφική, την έννοια της αφήγησης. Μέσα από τη διαδικασία της έρευνας επιβεβαιώνεται το γεγονός πως κόντρα στην κλασική αριστοτελική αφήγηση, πολλές φορές αναδεικνύονται αφηγήσεις που απορρίπτουν την αφηγηματική δομή που απορρέει από τη λογοτεχνία. Έτσι κινηματογραφιστές επιλέγουν στοιχεία από τη ζωγραφική, όπως ο εικαστικός και σκηνοθέτης Peter Greenaway, «που δείχνουν αποφασισμένα να μην υποστούν καμιά αλλαγή και αρνούνται να μετατρέψουν τη μορφή τους»1 και τα μεταφέρουν στον κινηματογράφο απελευθερώνοντας μία νέα αφηγηματική διάσταση. Αυτά τα ίδια δηλαδή στοιχεία, δεν χρήζουν εξωτερικής αφήγησης, αλλά δημιουργούν τη δική τους. Δεν είναι λίγες συνεπώς οι φορές που η ζωγραφική ως αφηγηματικός πρόδρομος, επηρεάζει την κινηματογραφική αφήγηση η οποία αναπτύχθηκε πολύ αργότερα χρονικά. Όταν αναφερόμαστε στην επιρροή, δεν αναφερόμαστε στην μεταφορά ενός ζωγραφικού πίνακα σε live action2 εικόνα, αλλά στην συνέχεια αυτού στην κινηματογραφική οθόνη με άλλα μέσα. Εστιάζουμε στις οπτικές ποιότητες και στις αφηγηματικές τεχνοτροπίες που μπορεί να έχει ένα ζωγραφικό έργο και να επαναερμηνευτούν σε μια ταινία με εντελώς διαφορετικό τρόπο, αλλά διατηρώντας την ίδια ουσία. Οι καλλιτέχνες (εικαστικοί και κινηματογραφιστές) που θα εξετάσουμε συνεπώς απορρίπτουν την κλασική αφηγηματική δομή και εμπνέονται και ενσωματώνουν την εικαστική τέχνη στην κινηματογραφική τους απεικόνιση. Αυτό φυσικά δεν θα μπορούσε παρά να ανήκει ως κίνηση στο λεγόμενο πειραματικό κινηματογράφο. Σε αυτή τη διερεύνηση μεγάλο ενδιαφέρον έχουν τα εκατέρωθεν χαρακτηριστικά του κάθε μέσου και πως αυτά αποτυπώνονται ή όχι στην κάθε αφήγηση που αναλύεται, όπως η χρονικότητα, το σασπένς, η δραματική κλιμάκωση στη ζωγραφική ή ο κινηματογραφικός χώρος σε σχέση με το ζωγραφικό. Ποια είναι αυτά τα πλαστικά στοιχεία που μετατοπίζουν τη θεματική ολότητα του αυθεντικού πίνακα και τον υποβάλλουν σε μια επαν-ερμηνεία μέσω των κινηματογραφικών τεχνικών. στην παρούσα μελέτη θα αναλυθούν τρία παραδείγματα στα οποία υπάγονται οι κινηματογραφιστές – καλλιτέχνες Hans Richter, Luciano Emmer, Henri Storck, Peter Greenaway και Makoto Nagahisa. Έτσι μέσα από όλο το φάσμα αναδημιουργίας της αφήγησης από τη ζωγραφική έως τον κινηματογράφο, από τη μεταφορά της αφήγησης του ίδιου μύθου έως την καθ’ εαυτού αξιοποίηση των αφηγηματικών δυνατοτήτων του μέσου, από την κινούμενη κάμερα και τις γρήγορα εναλλασσόμενες εικόνες του Storck που υποδηλώνουν την προτίμηση του Rubens για σπειροειδείς κινήσεις, στην ειρωνική χρήση του πλέγματος και της ταξινόμησης από τον Peter Greenaway που καταγγέλλει με αυτόν τον τρόπο την πλανερή πίστη πως αυτός ο κόσμος και οι αναπαραστάσεις του είναι συνεχείς, εξερευνούμε την επίδραση που έχει η ζωγραφική αφήγηση στην κινηματογραφικήItem Open Access Προς μια συμμετοχική διαμόρφωση της μνήμης και της ιστορίαΚολιαράκη, Αικατερίνη Γ. (Μεταπτυχιακή εργασία, 2022)Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να αναδείξει μια τάση προς διεύρυνση της συμμετοχικότητας στη διαμόρφωση της μνήμης και της ιστορίας στον 21ο αιώνα. Εκκινώντας από τα υλικά αποτυπώματα της μνήμης και της ιστορίας - το μνημείο, το μουσείο και το αρχείο - επιχειρεί να αναδείξει τις αλλαγές, στις οποίες ανευρίσκει κανείς την τάση αυτή. Συγκεκριμένα τόσο για τα μνημεία, όσο και για τα μουσεία επικεντρώνεται στη χρήση του εργαλείου της δημόσιας διαβούλευσης πριν την δημιουργία ή ίδρυσή τους και στη διάθεση ενσωμάτωσης μιας ανοιχτότητας στην ερμηνεία και πρόσληψη τους. Ειδικά, για τα μουσεία εισάγει, επίσης, τον ρόλο της εργαλειοποίησης της προφορικής ιστορίας και των νέων οπτικο-ακουστικών μέσων, ενώ για το αρχείο ερευνά τον ρόλο σε αυτό των νέων ψηφιακών μέσων. Ταυτόχρονα, μελετώντας την περίπτωση της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου, αναζητά στις σύγχρονες πολιτικές και πρακτικές μνημόνευσης και εξιστόρησης τον τρόπο ενσωμάτωσης της συμμετοχικότητας, αναδεικνύει τις αγκυλώσεις του παρελθόντος και τις ατέλειες των σύγχρονων συμμετοχικών εργαλείων, που θέτουν εμπόδια στην επικράτηση της τάσης αυτής και προβάλλει τα χαρακτηριστικά των ψηφιακών μέσων ως οδηγών για την αλλαγή του νεωτερικού παραδείγματος σχηματισμού των δύο αυτών κομβικών διεργασιών για τη συνοχή και ύπαρξη των εκάστοτε κοινωνιώνItem Open Access Το μικρό «επεισόδιο» της ρωσικής πρωτοπορίας με τις εκτενείς προεκτάσεις : Zaum /υπέρλογη ποίησηΞενέλλη, Σοφία Γ. (Μεταπτυχιακή εργασία, 2022)Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται το ζήτημα του ζάουμ , της υπέρλογης δηλαδή γλώσσας που προέκυψε από τους πειραματισμούς των ρώσων φουτουριστών. Η λέξη ζάουμ (zaum) στα ρωσικά προκύπτει από την συνένωση της πρόθεσης za που σημαίνει υπέρ και του ουσιαστικού um που σημαίνει νους. Πρόκειται για έναν τρόπο έκφρασης που επιδιώκει να υπερβεί τα όρια του νου και της κοινής λογικής και να κατακτήσει την ελευθερία μέσω μιας ιδιάζουσας μορφής ποιητικού λόγου που παραβιάζει συντακτικούς , γραμματικούς και μορφολογικούς κανόνες. Εξετάζεται η βασική περίοδος δημιουργίας του ζάουμ, δηλαδή το διάστημα 1910-1913 και τα μανιφέστα που σχετίζονται με αυτό , οι θεμελιωτές του Αλεξέι Κρουτσόνιχ και Βελιμίρ Χλέμπνικοφ και δυο σημαντικά έργα, ενδεικτικά της ζάουμ δημιουργίας, όπως το ποίημα Dyr Bul Schyl και το ποίημα Veselie, από το φουτουριστικό βιβλίο Mirskontsa (Ο κόσμος από το τέλος). Στα έργα αυτά προκύπτουν θέματα όπως η ερωτική ορμή , η βία, η έκφραση του συναισθήματος στην ίδια τη μορφή της λέξης, η ανατροπή της γραμμικότητας του χρόνου αλλά και της αφηγηματικής ροής και άλλα πολλά που εξαρτώνται από την οπτική του αναγνώστη. Σε αυτά όπως και σε άλλα υπέρλογα έργα το λάθος λογίζεται ως μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας και σκοπός του ποιήματος μοιάζει να είναι όχι απλά να διαβαστεί αλλά να αποτελέσει βιωματική εμπειρία για τον αναγνώστη. Η αμφισημία των γραμμάτων , των λέξεων , των εννοιών αλλά και των εικαστικών στοιχείων που συνδιαλέγονται με τα γλωσσικά στοιχεία καλεί τον αναγνώστη σε ένα “παιχνίδι” αποκρυπτογράφησης που μπορεί να έχει διαφορετικό αποτέλεσμα για τον καθένα από εμάς. Η ίδια αυτή αμφισημία συνδέεται από μελετητές με την αμφισημία της ψηφιακής ποίησης και την ελεύθερη «πλοήγηση» που χαρακτηρίζει το υπερκείμενο. Στο ζάουμ παρατηρούμε , τρόπον τινά, έναν πρώιμο «θάνατο του συγγραφέα» μέσα από την ισχυροποίηση του ρόλου του αναγνώστη , ο οποίος δεν διαβάζει απλώς αλλά συνθέτει νοήματα. Πάνω απ’ όλα μέσω του ζάουμ αντιλαμβανόμαστε ότι η γλώσσα δεν είναι μόνο πνεύμα αλλά και ύλη , έχει σχήμα και ήχο, ενώ μέσα από τους υπέρλογους σχηματισμούς του ζάουμ η γλώσσα καταφέρνει να επαναστατήσει και να αποδείξει ότι μπορεί να είναι αυθύπαρκτη και ανεξάρτητη του νοήματος που αποδίδεται σε αυτή