Γκρίζα βιβλιογραφία
Permanent URI for this community
Browse by
Browsing Γκρίζα βιβλιογραφία by Keyword "20ός αιώνας"
Results 1 - 4 of 4
Results Per Page
Sort Options
Item Restricted access ThodorockyΒογιατζίδης, Θεόδωρος (Μεταπτυχιακή εργασία, 2010)Το καλλιτεχνικό έργο που παρουσιάζεται εδώ αποτελείται από ένα φίλμ διάρκειας 33 λεπτών με την ονομασία ‘Thodorocky”. To Thodorocky, εμπνευσμένο από την κλασική αμερικάνικη υπερπαραγωγή Rocky, χρησιμοποιεί την ήδη υπάρχουσα αναγνωρισιμότητα του πρωταγωνιστή ο οποίος έχει αναχθεί σε ήρωα-πρότυπο από τον θεατή όχι μόνο λόγω της αίσθησης της ελπίδας και της εκπλήρωσης του ονείρου που αυτός συμβολίζει, αλλά και από την αντοχή του στο πέρασμα των χρόνων που ανέδειξαν την φιγούρα του ως «κλασική». Ο χαρακτηρισμός του «κλασικού» εδραιώνει την θέση του ανάμεσα σε άλλα είδωλα-πρότυπα, του προσδίδει κύρος και διαχρονική αξία. Πατώντας πάνω σε αυτές τις αξίες το Thodorocky παρουσιάζει τον ομώνυμο αντι-ήρωα να επιδίδεται σε δράσεις που θα έρχονταν σε πλήρη αντίφαση με το ήθος και την υπόσταση του «αληθινού» ήρωα. Παρουσιάζοντας έναν κόσμο μπερδεμένο εθνικά, όπου το ελληνο-μεσογειακό στοιχείο διατηρεί κάποια χαρακτηριστικά, δηλώνει μεν την παρουσία του, αλλά έχει καταφανώς παραγκωνιστεί από αυτό της υποκουλτούρας της δυτικής υπερδύναμης. Τροφοδοτούμενο δε από μία καθημερινή σταδιακή συνειδητοποίηση των "κακώς κειμένων" μιας συναισθηματικής, μα συνάμα και διεφθαρμένης κοινωνίας, το Thodorocky παρωδεί την πηγή έμπνευσής του, αποκαθηλώνει την ίδια του την προέλευση κι αντιδρά παρωδιακά στην συμπιεστική πρόταξη του «πολιτικά ορθού».Item Open Access Η σχέση λόγου και έργου τέχνης στην Ελλάδα από το 1970 έως σήμεραΧαρίτου, Ευρύκλεια - Μυρτώ Χ. (Διδακτορική διατριβή, 2021)Αντικείμενο μελέτης της παρούσας διδακτορικής διατριβής αποτελεί η σχέση μεταξύ Λόγουκαι τέχνης μέσα από το παράδειγμα τεσσάρων Ελλήνων καλλιτεχνών: του Κωνσταντίνου Ξενάκη, της Ναυσικάς Πάστρα, του Παντελή Ξαγοράρη και της Μπίας Ντάβου, εκπροσώπων των νέων καλλιτεχνικών τάσεων στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1970. Αφού προσδιοριστούν οι σημασιολογικές και φιλοσοφικές καταβολές του όρου Λόγος, εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίο διαφορετικές εκφάνσεις του εντάσσονται στο έργο των υπό μελέτη καλλιτεχνών. Μέσα από μια χρονολογική παρακολούθηση της εικαστικής τους διαδρομής, η οποία ξεκινά από αφηρημένες εξπρεσιονιστικές εκφράσεις, αναλύεται η σταδιακή μετατόπισή τους προς έργα με σαφή γλωσσοκεντρικό-σημασιολογικό και μαθηματικό-τεχνολογικό προσανατολισμό, με πεδίο αναφοράς τις συνθήκες παραγωγής και πρόσληψης των εικαστικών τεχνών στην Ελλάδα τη δεδομένη χρονική περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται το κατά πόσο εκπληρώθηκαν στην ιδιάζουσα ελληνική συνθήκη τα αιτήματα της εννοιολογικής τέχνης, η οποία δίνει προβάδισμα στις έννοιες της διαδικασίας, του συστήματος και της επικοινωνίας με άμεση απεύθυνση στο θεατή, που με τη σειρά της προτείνει την αλλαγή του ρόλου του τελευταίου. Η επιλογή διαφορετικών μεθοδολογικών εργαλείων ανά κεφάλαιο –εργαλείων που αντλούν τόσο από τις κειμενικές σπουδές, π.χ. κάποιους τομείς της γλωσσολογίας, όσο και από τις θετικές επιστήμες των μαθηματικών και της φυσικής– υπαγορεύεται από το πλαίσιο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καλλιτεχνικού έργου κάθε δημιουργού. Επιδιώκεται έτσι να καταστεί σαφής η παρουσία του Λόγου, είτε ως μέσου έκφρασης και ειδοποιού στοιχείου εντός του έργου τέχνης είτε ως παραγωγής κριτικών κειμένων συνοδευτικών και επεξηγηματικών της εικαστικής πράξης. Αναλυτικά μελετάται ο Λόγος ως γλώσσα, κατά προέκταση του ρεύματος της εννοιολογικής τέχνης της δεκαετίας του 1970 ή ως μύθος, ο οποίος στη μεθοδολογική του λειτουργία δημιουργεί μια σειρά συστημάτων και κωδίκων για την κατανόηση κυρίαρχων μοτίβων και την αντανάκλαση διαφορετικών κοινωνικών συμβάσεων. Ταυτόχρονα, ο Λόγος γίνεται αντιληπτός ως συλλογιστικό επιχείρημα και άμεσο επακόλουθο μιας επαγωγικής, ορθολογικής διαδικασίας με ερείσματα στη αρχαία ελληνική φιλοσοφία, ενώ παράλληλα παίρνει τη μορφή μιας μαθηματικής μεταγλώσσας και ενός μαθηματικού κώδικα. Αυτή συνδέεται με την τεχνολογία και την κυβερνητική, έναν επιστημονικό κλάδο που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών την ίδια περίοδο. Συνοψίζοντας, η μελέτη κάνει έναν συσχετισμό του έργου των τεσσάρων καλλιτεχνών και του έργου άλλων εκπροσώπων της διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής, οι οποίοι εξέφρασαν κοινούς προβληματισμούς, προσπαθώντας να αμφισβητήσουν τους υπάρχοντες καλλιτεχνικούς θεσμούς. Επισημαίνονται, τέλος, οι τρόποι με τους οποίους η νέα τέχνη αναδιαπραγματεύεται την πρόσληψή της από το κοινό, αφενός ασκώντας κριτική στην καλλιτεχνική παρακαταθήκη του παρελθόντος και αφετέρου δημιουργώντας τους δικούς της μύθους.Item Restricted access Νέες γεωμετρίες και τέχνη στις αρχές του εικοστού αιώναΑποστολίδου, Ηλιάνα (Μεταπτυχιακή εργασία, 2005)Κατά τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, η έννοια μιας τέταρτης διάστασης επέδρασε απελευθερωτικά στους καλλιτέχνες σχεδόν κάθε σημαντικού κινήματος, από τον γαλλικό κυβισμό μέχρι το σουρεαλισμό. Οι καλλιτεχνικές αυτές εκφράσεις εμπνέονταν από την ελευθερία απέναντι στους καθιερωμένους καλλιτεχνικούς νόμους. Όπως η ανακάλυψη της μη-ευκλείδειας γεωμετρίας δωσε μια ισχυρή βάση και ώθηση στην άποψη ότι τα μαθηματικά είναι ανεξάρτητα από την ύπαρξη, έτσι και η αφηρημένη ζωγραφική χτύπησε τις ρίζες των ιδεών περί καλλιτεχνικής μίμησης. Ο όρος τέταρτη διάσταση, χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην τέχνη των αρχών του 20ου αιώνα, για να δηλώσει μια ανώτερη διάσταση του χώρου, πέρα από την άμεση αισθητηριακή αντίληψη. Αυτή η έννοια ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής από το 1880 ως το 1920 περίπου.Item Open Access Οι πολλαπλές όψεις του ιερού και της θρησκευτικότητας στο έργο της ελληνικής εικαστικής πρωτοπορίας : η εικαστική εγκατάσταση κατά την περίοδο 1969-2007Στεργίου, Νάϊρα - Άννα (Διδακτορική διατριβή, 2021)Η διενεργούμενη έρευνα κινείται μεταξύ τέχνης, θεολογίας και ανθρωπολογίας, επιζητώντας νέες νοηματοδοτήσεις και αποτυπώσεις των εννοιών της θρησκευτικότητας, του ιερού και του βέβηλου σε μια απομαγεμένη εποχή. Η καλλιτεχνική πρακτική προσεγγίζεται ως mysterium fascinosum et tremendum, ως αυτού δηλαδή που προκαλεί ταυτόχρονα έλξη και φόβο καθώς αποτυπώνει το αόρατο, το άκτιστο αλλά και το κτιστό (ως βεβηλωμένη κτίση). Το κύριο αντικείμενο του προβληματισμού, περιστρέφεται γύρω από́ την έννοια της «κρυπτοθρησκευτικής συμπεριφοράς» στο εκκοσμικευμένο γίγνεσθαι, η οποία συνεπάγεται ακολούθως την διατύπωση και τον ορισμό της «κρυπτοθρησκευτικής τέχνης» μέσα από παραδείγματα της διεθνούς εικαστικής σκηνής. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο έργο σύγχρονων Ελλήνων καλλιτεχνών όπως η Αθηνά Τάχα, ο Νίκος Αλεξίου, η Αιμιλία Παπαφιλίππου, ο Δημήτρης Αληθεινός, ο Μάριος Σπηλιόπουλος, η Μπία Ντάβου, ο Πάνος Χαραλάμπους, ο Στάθης Λογοθέτης, ο Κωστής Τριανταφύλλου. Τα έργα μελετώνται σε συνάρτηση με το ευρύτερο πλαίσιο ιδεών που επικρατούν στην ελληνική και διεθνή κουλτούρα και είτε συνειρμικά μέσα από τον τίτλο, είτε μέσα από την επιλογή υλικού και συμβόλου ή από την επιλογή τόπου δράσης παραπέμπουν στις προειρημένες έννοιες. Μέσα από συγκεκριμένα έργα της ελληνικής πρωτοπορίας θα παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της θρησκευτικής αναφοράς των καλλιτεχνών.